Θαύμα της… Αγίας Μισθοδοσίας

Βαρύς αχός ακούστηκε, πολλά ντουφέκια πέσαν, αλλά τελικά παρά την αναμπουμπούλα τίποτα το δραματικό ή το ριζοσπαστικό δεν φέρνει το σχέδιο συμφωνίας Πολιτείας-Εκκλησίας, που δόθηκε χτες στην εντεταλμένη από την Ιερά Σύνοδο επιτροπή από το υπουργείο Παιδείας.

Οσοι οραματίστηκαν διαχωρισμό Εκκλησίας-Κράτους, θα χρειαστεί να περιμένουν για πολύ ακόμα. Οσοι πάλι φοβόντουσαν ότι η Ελλάδα θα γίνει κοσμικό κράτος, μάλλον θα κάνουν τον σταυρό τους.

Το σχέδιο ικανοποιεί όλα τα αιτήματα της Εκκλησίας, με πρώτο και καλύτερο το μισθολογικό, αφού η Πολιτεία αναλαμβάνει… μέχρι Δευτέρας Παρουσίας την… Αγία Μισθοδοσία αναγνωρίζοντας ότι χρωστά στην Εκκλησία για περιουσία που απαλλοτρίωσε στο παρελθόν (και μάλιστα χωρίς να διευκρινίζει πόσα χρήματα οφείλει και πότε, επιτέλους, εκτιμά ότι θα τα αποπληρώσει).

Το Κράτος και η Εκκλησία ως συνεταίροι θα ιδρύσουν Ταμείο Αξιοποίησης της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, αλλά τα έσοδα «με κανένα τρόπο δεν συναρτώνται με τις ετήσιες καταβολές της Πολιτείας για τη μισθοδοσία», όπως αναγράφεται στο σχέδιο.

Οπως αναφέρεται στην ανάλυση της πρότασης της κυβέρνησης, «το προτεινόμενο σχέδιο νομοθετικής ρύθμισης αποσκοπεί αφ’ ενός στη διασφάλιση του μισθολογικού καθεστώτος των κληρικών, το οποίο σήμερα είναι επισφαλές, καθότι δεν κατοχυρώνεται από μελλοντικές ανατροπές, και αφ’ ετέρου στην από κοινού αξιοποίηση, με αμοιβαίο όφελος, διαμφισβητούμενων περιουσιών που σήμερα λιμνάζουν αναξιοποίητες».

Η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι η Πολιτεία ανέλαβε από το 1945 τη μισθοδοσία του κλήρου «ως ανταπόδοση για πλημμελώς αποζημιωθείσες απαλλοτριώσεις εκκλησιαστικής περιουσίας κατά το παρελθόν».

Η μισθοδοσία

Η Πολιτεία δεσμεύεται ότι αναλαμβάνει τη μισθοδοσία «με πόρους που η Εκκλησία θα λαμβάνει κατ’ έτος από την Πολιτεία ως αφηρημένη αποζημίωση για τις πλημμελώς αποζημιωθείσες απαλλοτριώσεις του παρελθόντος (μέχρι το 1939)». Σύμφωνα με την κυβερνητική πρόταση, η Εκκλησία θα παραιτηθεί από κάθε περαιτέρω αξίωση σχετικά με τις συγκεκριμένες απαλλοτριώσεις.

Η κυβέρνηση προτείνει κάτι πρωτοφανές στην Εκκλησία – για να τη διασφαλίσει ακόμα περισσότερο: να μη νομοθετήσει απλώς μονομερώς, αλλά να φέρει στη Βουλή προς κύρωση με νόμο την ίδια τη συμφωνία. Αυτό σημαίνει πως ό,τι συμφωνηθεί και κυρωθεί τώρα, στο μέλλον δεν θα μπορεί να τροποποιηθεί με άλλο νόμο του κράτους, αλλά θα απαιτηθεί καινούργια συμφωνία.

Η Πολιτεία παύει να μισθοδοτεί απευθείας η ίδια τον κλήρο της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά… θα εξακολουθεί να τον χρηματοδοτεί πλήρως. Ιδρύεται Ταμείο Μισθοδοσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο οποίο θα καταβάλλεται ετησίως από το κράτος η δαπάνη μισθοδοσίας των κληρικών. Τα σχετικά ποσά δεσμεύονται από την Πολιτεία, υπό τον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Οι κληρικοί και οι λαϊκοί υπάλληλοι της εκκλησίας θα πληρώνονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.

● Νομοθετείται για πρώτη φορά αριθμός οργανικών θέσεων ίσος με τον αριθμό των σήμερα υπηρετούντων έμμισθων κληρικών και όχι βάσει του αναγκαστικού νόμου 536/1945 που προέβλεπε 6.000 θέσεις.

● Ετσι, η Εκκλησία δεν θα αντιμετωπίζει κρατικούς περιορισμούς, όπως για παράδειγμα οι περιορισμοί προσλήψεων με τον κανόνα 1:5 (μία πρόσληψη ανά πέντε αποχωρήσεις) που εφαρμόστηκαν τα προηγούμενα χρόνια, κάτι που οδήγησε στη χειροτονία πολλών άμισθων κληρικών.

● Οι ιερείς διατηρούν την ιδιότητα των «λειτουργών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου».

● Διασφαλίζεται η μονιμότητά τους.

● Η μισθοδοσία τους θα γίνεται βάσει του ενιαίου μισθολογίου για τους υπαλλήλους του δημόσιου τομέα.

Το «Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας Ανώνυμη Εταιρεία» θα είναι ανώνυμη εταιρεία η οποία θα διαχειρίζεται χωρίς εξουσία διάθεσης περιουσιακά στοιχεία των οποίων η κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα αμφισβητείται, από το έτος 1952 και εφεξής, μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου και των νομικών προσώπων της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Εντελώς διακριτά Ταμεία

Με κοινή απόφαση των υπουργών Παιδείας και Οικονομικών, η οποία εκδίδεται έπειτα από γνώμη της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, συγκροτείται επιτροπή για την καταγραφή των διαμφισβητούμενων περιουσιακών στοιχείων.

Στο Ταμείο μπορεί επίσης να ανατεθεί με σύμβαση και η διαχείριση και μη αμφισβητούμενων περιουσιακών στοιχείων της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Το διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου είναι πενταμελές με 5ετή θητεία. Το ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος θα διορίζουν από δύο μέλη, ενώ το πέμπτο μέλος, το οποίο θα είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, υποδεικνύεται από τους δύο εταίρους.

Τα έσοδα του Ταμείου θα αποδίδονται κατά ποσοστό 50%-50% στο ελληνικό Δημόσιο και το νομικό πρόσωπο το οποίο εισέφερε το περιουσιακό στοιχείο.

Τα έσοδα, όπως αναφέρεται στο σχέδιο, «με κανένα τρόπο δεν σχετίζονται και δεν συναρτώνται με τις ετήσιες καταβολές της Πολιτείας προς το Ταμείο Μισθοδοσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Πρόκειται για δύο εντελώς διακριτά Ταμεία, που δεν συνδέονται μεταξύ τους».

Πειστικές απαντήσεις στην παραπληροφόρηση
Του Κώστα Γαβρόγλου*

«Συζητήσαμε με την επιτροπή διαλόγου της Εκκλησίας το κείμενο που καταγράφει τα βασικά σημεία που θα υλοποιήσουν το πλαίσιο συμφωνίας της 6ης Νοεμβρίου ανάμεσα στην Πολιτεία και την Εκκλησία. Στο κείμενο καταγράφονται οι σημαντικοί λόγοι για τους οποίους αυτή η ιστορικής σημασίας συμφωνία θα είναι αμοιβαία επωφελής και για τα δύο μέρη, καθώς και για τον εφημεριακό κλήρο.

Στόχος μας είναι η κύρωση της συμφωνίας όπως τελικά θα διαμορφωθεί μετά την ολοκλήρωση του διαλόγου. Ειδικά ως προς τη μισθοδοσία του κλήρου, η προτεινόμενη ρύθμιση βελτιώνει ουσιωδώς τη σημερινή κατάσταση, καθώς η νομική θέση και τα δικαιώματα (υπηρεσιακά, μισθολογικά, ασφαλιστικά, συνταξιοδοτικά κ.ά.) των κληρικών για πρώτη φορά κατοχυρώνονται με τις θεσμικές εγγυήσεις που παρέχει η κύρωση διμερούς συμφωνίας.

Ιδρύεται Ταμείο Μισθοδοσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο οποίο θα καταβάλλεται ετησίως από το κράτος, σε αναγνώριση υποχρέωσης που θα απορρέει από κυρωθείσα με νόμο συμφωνία, η δαπάνη μισθοδοσίας του αριθμού των σήμερα μισθοδοτούμενων κληρικών. Τα σχετικά ποσά δεσμεύονται, υπό τον αυστηρό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατ’ αποκλειστικότητα για τη μισθοδοσία του κλήρου, η οποία θα ενεργείται διά της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής.

Συζητήσαμε επίσης και διάφορες λεπτομέρειες σχετικά με το Ταμείο Αξιοποίησης της Εκκλησιαστικής Περιουσίας. Μετά την ειλικρινή και αναλυτική ανταλλαγή απόψεων, αναμένουμε τα γραπτά σχόλια της επιτροπής τα οποία θα συζητήσουμε στην επόμενη συνάντηση την ερχόμενη εβδομάδα. Αποτελεί βαθιά πεποίθησή μας ότι ο διάλογος θα δώσει πειστικές απαντήσεις στην παραπληροφόρηση που επικράτησε το προηγούμενο διάστημα».

*υπουργού Παιδείας

Σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας εκτός λογικής
Του Αλέξανδρου Σακελλαρίου*

«Το προτεινόμενο σχέδιο θέτει σοβαρότατα προσκόμματα στην εκκοσμίκευση του κράτους με εμφανή οπισθοχώρηση από την προηγούμενη εκδοχή του.

Η πρώτη έκπληξη έρχεται με τη νομοθέτηση ‘‘αδιάπτωτου’’ αριθμού θέσεων ιερέων και μάλιστα επαναφέροντάς τους στην Ενιαία Αρχή. Ακόμα και αν υποθέσουμε, δηλαδή, ότι στο μέλλον η ελληνική κοινωνία μετατραπεί στην πλειονότητά της σε άθεη ή βουδιστική, θα εξακολουθούν να υφίστανται οι ίδιες θέσεις ιερέων.

Για ποια άλλη επαγγελματική ομάδα του Δημοσίου ισχύει η απαγόρευση αυξομείωσης των μελών τηςΗ μεγαλύτερη όμως έκπληξη προκαλείται από την ανάγνωση του αποσπάσματος -με bold γραμματοσειρά- όπου αναφέρεται ότι τα συμφωνηθέντα και κυρωθέντα με νόμο δεν θα είναι πλέον δυνατόν να τροποποιηθούν στο μέλλον μονομερώς από το κράτος παρά μόνο αν συμφωνήσει και η Εκκλησία!

Αδιανόητη απόφαση που επίσης δεν γνωρίζω να ισχύει για καμία άλλη επαγγελματική ομάδα. Δηλαδή όποιος στο μέλλον θελήσει να τροποποιήσει την εν λόγω συμφωνία θα πρέπει να ζητήσει την άδεια της Εκκλησίας. Κρατικοποίηση της θρησκείας με το κράτος να έρχεται ως καλός πατερούλης να προστατέψει τη ‘‘μητέρα’’ Εκκλησία; Επιστροφή στην εποχή που η Εκκλησία έδινε άδεια για την ανέγερση ευκτήριων οίκων;

Στο κείμενο αναφέρεται ότι η συμφωνία είναι αμοιβαία επωφελής για την Εκκλησία και για την Πολιτεία, δεν αναφέρει λέξη όμως για το αν είναι επωφελής για την κοινωνία. Εδώ σταματά η λογική».

*δρος Κοινωνιολογίας της Θρησκείας, Πάντειο Πανεπιστήμιο & Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

Τι θα κερδίσει η Πολιτεία από τη συμφωνία
Του Σωτήρη Μητραλέξη*

«Πρώτα πρώτα, το κέρδος εντοπίζεται στην από κοινού αξιοποίηση διαμφισβητούμενης και άρα ακυρωμένης σήμερα περιουσίας. Δεύτερον, ολόκληρο το σύστημα της μισθοδοσίας του κλήρου εξορθολογίζεται και συστηματοποιείται, με κέρδος λειτουργικότητας για το κράτος αλλά και με πρόληψη μελλοντικών προβλημάτων που δεν θα μπορούσαν παρά να ανακύψουν – είναι από τις λίγες φορές που το ελληνικό κράτος προλαβαίνει ένα πρόβλημα πριν αυτό εκραγεί, αντί για να τρέχει εκ των υστέρων ξοπίσω του.

Τρίτον, η αναγνώριση ότι η δαπάνη της μισθοδοσίας καταβάλλεται λόγω πλημμελώς αποζημιωθεισών απαλλοτριώσεων -αναγνώριση την οποία είχε ζητήσει και η ίδια η Εκκλησία, όταν δεν θεωρούσε κατά τρόπο λανθασμένο ότι αυτή η αναγνώριση είναι δεδομένη- απελευθερώνει την Πολιτεία από το νοσηρό σενάριο κατόπιν εορτής δικαστικών περιπετειών με την Εκκλησία στο ΕΔΑΔ και απομακρύνει αποφασιστικά τη μισθοδοσία από τον πυρήνα του κράτους.

Τέταρτον, ένα παράπλευρο όφελος της συμφωνίας για την Πολιτεία συνιστά η αποσαφήνιση πως οι κληρικοί δεν συμπεριλαμβάνονται στους μνημονιακούς περιορισμούς του 1:5, και στους μεταμνημονιακούς του 1:1, για τη στελέχωση του Δημοσίου – εφαρμόζοντας έτσι σωρεία αποφάσεων του ΣτΕ που ορίζουν πως οι κληρικοί δεν ήταν ποτέ, και δεν είναι, εν στενή εννοία δημόσιοι υπάλληλοι. Ετσι λύνεται η ασφυκτική στενότητα του (μετα)μνημονιακού ‘‘ορσέ’’ στο κράτος ως προς την πλήρωση σημαντικών κενών.

Πέμπτον, στο συμβολικό επίπεδο, η επίτευξη συμφωνίας με την κυβέρνηση θα καταδείξει ότι η Εκκλησία δεν είναι τσιφλίκι, περιουσία, εργαλείο και κτήση συγκεκριμένης πολιτικής παράταξης (πρώην αρχιεπίσκοπος δεν τη χαρακτήρισε ‘‘Δεξιά του Κυρίου’’;). Αυτό θα ήταν εξυγιαντικό για όλο τον δημόσιο λόγο – κρατικό, εκκλησιαστικό, κοινωνικό: θα ήταν λίγος φρέσκος αέρας».

*ερευνητικού εταίρου στο Πανεπιστήμιο του Winchester με εξειδίκευση στα θέματα Εκκλησίας-Κράτους, διδάσκει στο ΕΚΠΑ

Ανταπόδοση για υποτιθέμενη οφειλή
Του Γιάννη Φ. Ιωαννίδη*

«Το ελληνικό κράτος μάλλον θα αργήσει να γίνει θρησκευτικά ουδέτερο, ώστε να αντιμετωπίζει με ίσα μέτρα όλες τις θρησκευτικές κοινότητες και να μην επεμβαίνει στα εσωτερικά τους και στη διαχείριση της περιουσίας τους. Κράτος που διαβουλεύεται με τους πάντες αλλά δεν συναποφασίζει με κανέναν.

Πέρα και πάνω από νόμους και προτάσεις αναθεώρησης, η πραγματικότητα των, ουσιαστικά πολιτικών, σχέσεων Πολιτείας-Εκκλησίας καθορίζει τις εξελίξεις. Με τα λόγια του υπουργείου Θρησκευμάτων: «Αυτή η διασφάλιση της Εκκλησίας διά της νομοθετικής κύρωσης της συμφωνίας είναι πρωτοφανής». Πράγματι, ουδέποτε έως σήμερα είχαν αναληφθεί τέτοιες και τόσες υποχρεώσεις, αναγνωρίζοντας μάλιστα ότι συνιστούν ανταπόδοση έναντι μιας υποτιθέμενης οφειλής του Κράτους προς την Εκκλησία.

Τα από ορισμένες απόψεις θετικά μέτρα για το καθεστώς των κληρικών δεν αλλάζουν τη γενική εικόνα. Η Ενωση είχε προτείνει εκκαθάριση του περιουσιακού στο πλαίσιο χωρισμού. Τώρα γίνεται το αντίθετο: ψευδοεκκαθάριση κατά πλήρη εγκατάλειψη των αξιώσεων της Πολιτείας και ταυτοχρόνως σύσφιγξη αντί χωρισμού. Η απαλλαγή από τη μισθοδοσία των κληρικών θα ήταν αληθής αν την επιβαρυνόταν η Εκκλησία ή έστω το νέο και συνδιοικούμενο Ταμείο και όχι ο κρατικός προϋπολογισμός. Εν κατακλείδι, οι ρόλοι όχι μόνο δεν γίνονται πιο διακριτοί αλλά διαπλέκονται εις το διηνεκές. Οσο για τον χωρισμό, αιωνία του η μνήμη».

*προέδρου της Ελληνικής Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου