Παραδοσιακές συνταγές για το εορταστικό τραπέζι από μετανάστριες
Από μικρή της άρεσε, μες στην κουζίνα μόνη
τις ώρες να σκοτώνει με τη μαγειρική,
και πέφτανε τα δάκρυα θυμώντας τη ζωή της
και δίναν στο φαΐ της μια γεύση μαγική.
Ψιλοκομμένος μαϊντανός και σκόρδο μια σκελίδα,
να ’φεγγε μιαν ελπίδα στα μάτια τα μελιά,
και προς το τέλος πρόσθεσε ένα ποτήρι λάδι,
να ’νιωθε ένα χάδι μια μέρα στα μαλλιά.
(Από το τραγούδι «Συνταγές Μαγειρικής» – Χαΐνηδες,
στίχοι: Δημήτρης Αποστολάκης)
Είναι ίσως η μόνη γλώσσα που δεν έχει ανάγκη ούτε μία λέξη, αρκεί η γεύση, η μυρωδιά, τα χρώματα. Είναι επίσης μια γλώσσα που ξυπνάει αυτόματα τη μνήμη: οι μυρωδιές της κουζίνας της μάνας σου και της γιαγιάς σου ζωντανεύουν, κάθε φορά που μυρίζεις μελομακάρονα.
Είναι και μια γλώσσα που γαληνεύει και ημερεύει την καρδιά -φίλοι καλώς ορίσατε, καιρός να γνωριστούμε, έλεγαν οι Ινδιάνοι στους ξενομερίτες, αφού πρώτα είχαν μοιραστεί ένα πιάτο φαγητό.
Ετσι κι εμείς, χαιρετώντας τον χρόνο που φεύγει, επιλέξαμε να πούμε το αντίο νόστιμα και διεθνιστικά. Τρυπώσαμε στην κουζίνα του Δικτύου μεταναστριών Μέλισσα και οι φίλες μας μοιράστηκαν συνταγές κι αναμνήσεις από τις γιορτές των μακρινών τόπων τους.
Πέντε γυναίκες, πέντε συνταγές, πέντε «εισιτήρια» για άλλες χώρες -ένα γιορτινό τραπέζι για όλες και όλους.
Χρόνια καλά και νόστιμα!
Ρωσία
Γάλλος ο δημιουργός της ρώσικης σαλάτας

Η Λιούμποφ Κόλεβα καταφθάνει φουριόζα στο Δίκτυο Μέλισσα, φορτωμένη με δώρα σαν τον Αγιο Βασίλη. Μας κερνάει όλες ένα γλυκό κόκκινο κρασί, από ένα μπουκάλι σε σχήμα κιθάρας, φερμένο από τη Βουλγαρία.
Ρωσίδα με καταγωγή από το Τομσκ της Σιβηρίας, μεγάλωσε στη Μόσχα και έζησε χρόνια στη Βουλγαρία, πριν να έρθει στην Ελλάδα.
Καταξιωμένη μέτζο σοπράνο, καθηγήτρια Ρωσικών και πρόεδρος του Εκπαιδευτικού Πολιτιστικού Σωματείου Raduga στο Νέο Ψυχικό, η Λιούμπα, που στα Ρωσικά θα πει Αγάπη, είναι από τις πιο δραστήριες και επιβλητικές παρουσίες στην κυψέλη της «Μέλισσας».
«Στα σοβιετικά χρόνια δεν γιορτάζαμε τόσο τα Χριστούγεννα, όσο την Πρωτοχρονιά. Στο γιορτινό τραπέζι μας θα έβρισκες πάντα τη σαλάτα Ολιβιέ, αυτή που εσείς λέτε ρώσικη σαλάτα. Τα υλικά δεν διαφέρουν, αλλά κατά τη γνώμη μου αυτό που σερβίρετε εδώ δεν είναι παρά μια κακή απομίμηση της αυθεντικής. Ξεκινούσαμε πάντα με ορεκτικά, συνήθως ψάρι, όπως ρέγκα με γούνα όπως τη λέμε, ρέγκα της Βαλτικής, λιγότερο αλμυρή και πιο τρυφερή από αυτή που πουλάνε εδώ, που καλύπτεται από σαλάτα λαχανικών, μαριναρισμένα αγγουράκια, ψάρι γεμιστό, και φυσικά αβγά οξύρρυγχου, το μαύρο χαβιάρι από ιχθυοκαλλιέργειες στην Αζοφική Θάλασσα -που όμως πια απαγορεύεται. Αλλοι κάνουν πελμένι -τα ρωσικά τορτελίνι με κρέας, αλλά αυτό που δεν λείπει ποτέ είναι η σαλάτα Ολιβιέ.
Γιατί τη λένε έτσι;
«Στην τσαρική Ρωσία, υπήρξε ένας ξακουστός Γάλλος μάγειρας στο εστιατόριο Κοντινεντάλ της Μόσχας, ο Ολιβιέ. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, χάθηκε και πήρε μαζί του το μυστικό της Σαλάτας Ολιβιέ. Ολα τα ρωσικά νοικοκυριά τη σερβίρουν, αλλά κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς έβαζε μέσα ο Ολιβιέ. Υπάρχουν διαφωνίες, ειδικά για το κρέας που χρησιμοποιούσε. Αλλοι λένε ήταν χοιρινό, άλλοι κοτόπουλο, κάποιοι μοσχάρι. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ήταν άπαχο και κομμένο σε πολύ μικρούς κύβους».
Η Ιρίνα Στεπάνοβα, από τη Ρωσία, θεωρεί ότι «ο Στάλιν κατέστρεψε τη ρωσική κουζίνα», γιατί ομογενοποίησε τις εθνικές συνταγές των Σοβιετικών Δημοκρατιών σε μια ενιαία κουζίνα, που ακολουθούσε τους κανόνες του σοβιετικού βιβλίου συνταγών που κυκλοφόρησε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το οποίο είχαν εντολή να ακολουθούν όλα τα κρατικά κυλικεία και εστιατόρια.
«Ο τσελεμεντές του Στάλιν», όπως τον αποκαλούν τώρα οι Ρωσίδες της Μέλισσας, «έπαιρνε τοπικές συνταγές, όπως το ουζμπεκικό πιλάφι, και τις βάφτιζε σοβιετικές, και έτσι χανόταν ο πλούτος και η ιδιαιτερότητα κάθε χώρας», μας λέει η Ιρίνα.
Η αλήθεια είναι ότι αντίστοιχες διαδικασίες ακολουθούνταν και δυτικά του «παραπετάσματος» -με μια πιο τυποποιημένη αστική κουζίνα να διαδέχεται τις παραδοσιακές συνταγές κάθε τόπου.
Ρώσικη σαλάτα ή Σαλάτα Ολιβιέ
Συνταγή από τις Ιρίνα Στεπάνοβα και Λιουμπόφ Κόλεβα

υλικα
- 2 βραστές πατάτες
- 3 βραστά αβγά
- 3 καρότα βραστά
- 1 κουτάκι αρακά κονσέρβα
- 300 γραμμάρια άπαχο κρέας βραστό (κοτόπουλο, χοιρινό ή μοσχάρι)
- 1 βάζο αγγουράκια τουρσί
- 1 κρεμμύδι
- μαγιονέζα
- πιπέρι
- κάππαρη
εκτελεση
Κόβουμε τις βραστές πατάτες, τα αβγά, τα καρότα, το κρέας και τα αγγουράκια τουρσί σε κυβάκια. «Τα κυβάκια πρέπει να είναι κομμένα μικρά μικρά με τέχνη, όχι μεγάλες κομματάρες όπως στη χωριάτικη σαλάτα», μας λέει το μυστικό της η Λιούμπα. «Σκεπάζουμε με μαγιονέζα. Οσο πάρει. Πρέπει να είναι μπόλικη. Βάζουμε πιπέρι και κάππαρη, αλλά μόνο στην Ελλάδα. Στη Ρωσία δεν έχουμε κάππαρη», συμπληρώνει η Ειρήνη.
Ουκρανία
Τραπέζι με 12 νηστίσιμα πιάτα

Η Αννα από την Ουκρανία φωτίζει το δωμάτιο σαν ολόγιομο φεγγάρι. Μεγάλωσε στο Τσέρνιβτσι της επαρχίας της Μπουκοβίνα, στα σύνορα με τη Ρουμανία και τη Μολδαβία, στα Καρπάθια Ορη.
«Στην πόλη μας ζούσαν όλες οι εθνικότητες. Αυστριακοί, Ρουμάνοι, Μολδαβοί, Εβραίοι, Γερμανοί, Πολωνοί. Γι’ αυτό η κουζίνα μας έχει επιρροές από παντού», μας λέει η Αννα.
Το χριστουγεννιάτικο τραπέζι στρώνεται τα μεσάνυχτα της 6ης προς την 7η Ιανουαρίου -γιατί τα Χριστούγεννα γιορτάζονται σύμφωνα με το παλιό ημερολόγιο.
«Στο τραπέζι πρέπει να υπάρχουν απαραίτητα 12 νηστίσιμα πιάτα. Οπως οι 12 Απόστολοι. Πρέπει να βρίσκεται συγκεντρωμένη όλη η οικογένεια και πρώτος να κάθεται ο γηραιότερος. Σημασία έχει ο στολισμός του τραπεζιού. Στις τέσσερις άκρες τις στολίζουμε με στάχυα και βότανα -για να φέρουν ευζωία στα ζωντανά και καρποφορία στη γη, νομίσματα, για να φέρουν οικονομική ευημερία, και σκόρδο για να διώχνει την κακοτυχία. Εχουμε, όπως και οι Ρώσοι, ψάρι γεμιστό, λάχανο τουρσί, βαρένικι με πατάτα, όμως το πιο σημαντικό για μας είναι τα κουτσκιά (kutya / Куцьця). Οπως εσείς έχετε τα κόλλυβα, εμείς έχουμε τα κουτσκιά, όχι ξερά, με χυλό».
Στην αρχή νομίζαμε ότι η Αννα μιλάει για κουκιά (καθώς το t στο kutya προσφέρεται σαν παχύ «τσκ»), σύντομα όμως καταλάβαμε ότι πρόκειται για ένα είδος χυλού από δημητριακά, που έχει κυρίαρχο ρόλο στο τελετουργικό δείπνο της παραμονής των Χριστουγέννων και θεωρείται ότι προέρχεται από τους προϊστορικούς χρόνους.
Κουτσκιά
υλικα
- σιτάρι (αυτό που έχουμε για τα κόλλυβα)
- σπόροι παπαρούνας
- μέλι
- σταφίδες
- καρύδια
εκτελεση
«Αφού βάλουμε το σιτάρι στο νερό να μουλιάσει όλη νύχτα, μετά το ξεπλένουμε με κρύο νερό. Εγώ μετά το βάζω και λίγο στον φούρνο να ξεραθεί. Τα βράζω, πετάω το πρώτο νερό και μετά τα βάζω μέχρι να χυλώσουν σε χαμηλή φωτιά, από δυόμισι με τρεις ώρες. Οταν είναι έτοιμο, βάζω μέλι και παπαρούνα τριμμένη. Οι σπόροι της παπαρούνας πρέπει να έχουν μουλιάσει μισή ώρα σε χλιαρό νερό για να φουσκώσουν. Τους στεγνώνουμε και τους τρίβουμε σε μύλο ή μπλέντερ.
Προσθέτουμε σταφίδες, τα καρύδια τριμμένα και, αν το θες πολύ γλυκό, βάζεις και λίγη ζάχαρη. Το σερβίρουμε σε γυάλινο πιάτο, στολισμένο με χρωματιστά καραμελάκια».
Παλαιστίνη
Ενα πιάτο με ρίζες στον πολιτισμό των Βεδουίνων

Η Σούχα Αλ Ναζάρ είναι Παλαιστίνια και θέλει να μοιραστεί μαζί μας μια αραβική συνταγή, που σερβίρεται, όπως μας λέει, «όταν καλείς πλούσιους ανθρώπους».
Επειτα από διαβούλευση με τις φίλες της, αφού πρώτα απορρίψουν μια σειρά από πιάτα που θεωρούν πολύ απλά, καταλήγουν σε μια περίπλοκη αλλά ελκυστική συνταγή, που θυμίζει κρεατόπιτα -με πολύ βούτυρο και αρνίσιο ή πρόβειο κρέας.
Μετά ανακαλύπτουμε ότι πρόκειται για το mansaf, το εθνικό πιάτο της Ιορδανίας, που σερβίρεται επίσης στην Παλαιστίνη, τη Νότια Συρία, το Ιράκ και τη Σαουδική Αραβία.
Το μανσάφ έχει τις ρίζες του στον πολιτισμό των αγρο-κτηνοτρόφων νομάδων Βεδουίνων και σερβίρεται παραδοσιακά με το τζαμίντ, ένα ιδιαίτερο είδος παχιού κατσικίσιου γιαουρτιού.
Στα αραβικά, μανσάφ σημαίνει μεγάλος δίσκος ή πιατέλα, αφού το φαγητό σερβίρεται σε ένα μεγάλο πιάτο-ταψί, γύρω από το οποίο συγκεντρώνεται όλη η οικογένεια και τρώει ομαδικά, χρησιμοποιώντας μόνο το δεξί χέρι αντί για μαχαιροπίρουνα.
Το μανσάφ θεωρείται πιάτο που «φέρνει την ειρήνη και συμφιλιώνει τις συγκρούσεις», σερβίρεται σε ειδικές περιπτώσεις, γάμους, βαφτίσια, προς τιμήν ενός ξεχωριστού καλεσμένου, στις μουσουλμανικές γιορτές όπως το Εϊντ Αλ Φιτρ -το τέλος του Ραμαζανιού ή τις χριστιανικές γιορτές, τα Χριστούγεννα και το Πάσχα.
Μανσάφ
υλικα
- αρνίσιο κρέας (μπούτι)
- κρεμμύδι
- αρωματικά βότανα σε ειδικό σακουλάκι για μαγειρική (τζίντζερ – κάρδαμο – κανέλα)
- βούτυρο γάλακτος
- ρύζι Μπασμάτι
- φύλλα κρούστας
- ξηροί καρποί κοπανισμένοι (φιστίκια Αιγίνης)
- αμπελόφυλλα
εκτελεση
Παρασκευάζουμε το αρνί: κόβουμε το κρέας σε κοψίδια και το τσιγαρίζουμε με βούτυρο. Ξεχωριστά τσιγαρίζουμε το κρεμμύδι, μέχρι να πάρει χρυσαφένιο χρώμα. Μετά βάζουμε κρέας και κρεμμύδι μαζί, προσθέτουμε νερό και βράζουμε. Ξαφρίζουμε την πρώτη δόση. Προσθέτουμε τα βότανα σε σακουλάκι.
Βράζουμε το ρύζι σε ζωμό από κοτόπουλο ή σε ζωμό από το κεφαλάκι του αρνιού.
Αλείφουμε ένα μεγάλο ταψί με βούτυρο. Στρώνουμε φύλλα κρούστας. Μετά βάζουμε μια στρώση ξηρούς καρπούς. Από πάνω βάζουμε μια στρώση ρύζι, τα κοψίδια του κρεάτος από πάνω. Μετά δεύτερη στρώση ρύζι, ξανά κοψίδια. Πριν τυλίξουμε το μανσάφ με φύλλο κρούστας, βάζουμε αμπελόφυλλα – «σαν ένα είδος αντιπερισπασμού στον καλεσμένο, να νομίσει ότι είναι χορτόπιτα, πριν δει το κρέας», μας λέει η Σούχα.
Σκεπάζουμε με το υπόλοιπο φύλλο κρούστας, αλειμμένο με βούτυρο γάλακτος.
Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο στους 120 βαθμούς για 10-15 λεπτά. Σερβίρουμε σε πιατέλα, ανοίγοντας το φύλλο, για να αποκαλυφθεί το περιεχόμενο. Παραδοσιακά, τρώνε όλοι από τον ίδιο δίσκο, αλλά εμείς μπορούμε να το σερβίρουμε στα πιάτα με κουτάλα, σαν κρέας με ρύζι.
Νιγηρία
Η σεφ που κρύβει τα μυστικά της

Η Μαρία Oχιλέμπο είναι η σεφ της Μέλισσας και ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Δικτύου Μεταναστριών. Μια ψηλή περήφανη και δυνατή γυναίκα, σε εντυπωσιάζει με την αμεσότητά της.
Αν και εμφανώς κουρασμένη, καθώς από νωρίς μαγείρευε τις πεντανόστιμες λιχουδιές για την πολυεθνική γιορτή, έρχεται να μοιραστεί μαζί μας τις συνταγές από το παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο τραπέζι, με συνταγές από τη Νιγηρία.
«Εμείς είμαστε χριστιανοί και πάντα το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων πηγαίνουμε στη χριστουγεννιάτικη λειτουργία. Επιστρέφοντας τα μεσάνυχτα τρώμε παραδοσιακά ρύζι jollof (τζολόφ), με κρέας -συνήθως κατσικίσιο.
Το ρύζι τζολόφ γίνεται με πηχτή σάλτα ντομάτας, με καυτερές πιπεριές και μπαχαρικά. Το κρέας είναι συνήθως κατσικίσιο ή μοσχάρι και συχνά το τρώμε σε σουβλάκι, που λέγεται suya (σούγια). Απαραίτητα συνοδευτικά πιάτα είναι η καυτή σούπα πιπεριού, αλλά και το μόι μόι -νιγηριανή συνταγή για μαυρομάτικα φασόλια στον ατμό.
Η Μαρία, όπως κάθε σπουδαία σεφ, δεν μοιράζεται τα μυστικά των συνταγών της, παρά μόνο με λίγα λόγια. Η συνταγή που ακολουθεί είναι όσα συνδυάσαμε από όσα μας είπε, με στοιχεία που αλιεύσαμε από το διαδίκτυο.
Μόι-μόι
υλικα
- ενάμισι φλιτζάνι μαυρομάτικα φασόλια
- μισή πιπεριά
- δύο μεγάλες πιπεριές καυτερές
- μισό φλιτζάνι φυτικό λάδι (κατά προτίμηση νιγηριανό κόκκινο λάδι / φοινικέλαιο)
- μισό κρεμμύδι
- 3 κουτ. σούπας ζωμός κότας (ένας κύβος)
- αλάτι
- 1/4 του φλιτζανιού με 1/2 φλιτζάνι βραστό νερό
- φύλλα μπανάνας
- βραστό ψάρι ή καραβίδα για κάλυψη
- μια μεγάλη χύτρα
- κεραμικά ατομικά μπολάκια για μπεν-μαρί
εκτελεση
Το τρικ στο μόι-μόι είναι να διαχωρίσεις τα φασόλια από τη φλούδα. Μια τεχνική είναι να τα βάλεις σε κρύο νερό μέχρι να αρχίσουν να ζαρώνουν. Μετά τα βάζεις σε μπλέντερ με νερό και το πατάς για λίγα δευτερόλεπτα, ίσα ίσα για να αρχίσει να διαχωρίζεται η φλούδα από τον καρπό. Ξεπλένεις αρκετές φορές, μέχρι να φύγει τελείως η φλούδα και κάθε φορά πετάς το νερό με τη φλούδα.
Αφού μείνουν μόνο τα καθαρά ξεφλουδισμένα φασόλια, τα αφήνεις να μουλιάσουν στο νερό τουλάχιστον 4 ώρες ή ιδανικά όλη νύχτα. Αφού έχουν μουλιάσει, πετάς το νερό και τα ξεπλένεις άλλη μια φορά.
Λιώνεις τα φασόλια με ένα φλιτζάνι νερό, την πιπεριά, τα καυτερά τσίλι, το κρεμμύδι και τον ζωμό κότας.
Τα βάζεις σε ένα μπολ, προσθέτεις το λάδι και το αλάτι και μετά αραιώνεις το μείγμα με το καυτό νερό, μέχρι να γίνει σαν ελαφρύ μίγμα για κέικ (μπορεί να χρειαστείς λιγότερο από μισό φλιτζάνι).
Βάζεις το μίγμα σε κεραμικά πυρίμαχα μπολ, που έχεις αλείψει με φυτικό λάδι. Τα γεμίζεις μέχρι τα 3/4 και μετά, αν θες, βάζεις από πάνω λίγο βραστό ψάρι ή καραβίδα.
Σε μία βαθιά χύτρα, με κατάλληλο σκέπασμα, βάζεις ένα φύλλο μπανάνας, ρίχνεις ένα δάχτυλο βραστό νερό και ακουμπάς στον πάτο της χύτρας τα μπολ, πάνω από τα μπανανόφυλλα. Το νερό δεν πρέπει να καλύπτει τα μπολάκια πάνω από το μισό.
Μετά σκεπάζεις τα μπολάκια με άλλο μπανανόφυλλο. Ανάλογα με το μέγεθος της κατσαρόλας, μπορεί να χρειαστεί να βάλετε και δεύτερη στρώση με μπολ, αφού μεσολαβήσουν φύλλα μπανάνας.
Σκεπάστε τη χύτρα, και βράστε στον ατμό σε χαμηλή θερμοκρασία, για περίπου 50 λεπτά.
Μετά δοκιμάστε αν έχουν γίνει, βυθίζοντας στα μόι-μόι ένα μαχαίρι. Αν έχουν γίνει, πρέπει το μαχαίρι να βγει στεγνό, όπως ακριβώς και στα κέικ. Σερβίρετε απευθείας από τα φορμάκια ή ξεφορμάρετε.
Συρία
Επιδόρπιο από την πανέμορφη Γουαλά

Το πιο ταιριαστό επιδόρπιο για να κλείσει το χριστουγεννιάτικο αραβικό γεύμα, δεν είναι άλλο από το κιουνεφέ, σιροπιαστό κανταΐφι με λευκό τυρί, όπως το φτιάχνουν στη Μέση Ανατολή και κυρίως όπως μας το έδωσε η Γουαλά, μια πανέμορφη νεαρή μητέρα, πρόσφυγας από τη Συρία, που ήρθε στη χριστουγεννιάτικη γιορτή της «Μέλισσας» με το μωρό της, ένα αγγελούδι που μοιάζει να ξεπήδησε από τοιχογραφία του Μικελάντζελο.
Σε άπταιστα αγγλικά, η Γουαλά μάς έδωσε τη δική της συνταγή για το πιο φημισμένο γλυκό του αραβικού κόσμου, εκδοχές του οποίου βρίσκουμε και στην Τουρκία, την Ελλάδα, τα Βαλκάνια, μέχρι και τον Καύκασο.
Κιουνεφέ
υλικα
- 1 πακέτο φύλλο κανταΐφι
- βούτυρο αγελάδας λιωμένο (περίπου 300 γρ.).
- μισό κιλό τυρί λευκό (παραδοσιακά το τυρί dill ή αλλιώς μυζήθρα ανάλατη, μοτσαρέλα ή μασκαρπόνε)
Για το σιρόπι:
- 11/2 φλιτζάνι ζάχαρη
- 1 1/2 φλιτζάνι νερό
- χυμό από μισό λεμόνι
- φιστίκια Αιγίνης τριμμένα
εκτελεση
Κόβουμε το κανταΐφι, για να χωράει στο ταψί μας, και το απλώνουμε σε έναν δίσκο.
Λιώνουμε το βούτυρο. Περιχύνουμε το κανταΐφι με λιωμένο βούτυρο, ανακατεύουμε να πάει παντού. Φυλάμε λίγο για να αλείψουμε τις στρώσεις.
Βουτυρώνουμε το ταψί και προσθέτουμε την πρώτη δόση με το μισό κανταΐφι. Το απλώνουμε να είναι επίπεδο. Προσθέτουμε το τυρί.
Βάζουμε από πάνω τη δεύτερη στρώση κανταΐφι και ραντίζουμε με το υπόλοιπο λιωμένο βούτυρο.
Το ψήνουμε στον φούρνο στους 200 βαθμούς, με το ταψί τοποθετημένο στο κάτω μέρος του φούρνου. Υστερα από 30 λεπτά, βγάζουμε το ταψί, βλέπουμε αν έχει ψηθεί καλά από κάτω. Συνεχίζουμε το ψήσιμο άλλα 10-20 λεπτά, σηκώνοντας το ταψί ψηλά, μέχρι να ροδίσει.
Εν τω μεταξύ, βράζουμε σε ένα κατσαρολάκι το νερό με τη ζάχαρη και το λεμόνι, για να γίνει σιρόπι. Μόλις βγάλουμε το γλυκό από τον φούρνο, το περιχύνουμε με το σιρόπι. Στολίζουμε με τριμμένα φιστίκια Αιγίνης και σερβίρουμε.