Ως πότε θα αθωώνεται η βία των εργοδοτών;
EUROKINISSI/ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ
Είναι η μέρα που στο Θέμιδος Μέλαθρον αναδύονται τα πρόσωπα των τεράτων. Ενώ συνεχίζεται η δίκη της Χρυσής Αυγής, στον πρώτο όροφο του Αρειου Πάγου ζωντανεύει για πολλοστή φορά η ιστορία της Κωνσταντίνας Κούνεβα.
Με αναφορά σε αυτά τα τέρατα θα κλείσει την αγόρευσή του ο Αρις Καζάκος: «Η δολοφονική επίθεση στην Κούνεβα, όπως και ενάντια στους συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ στο Πέραμα είναι έργα τεράτων. Ο Περσέας της μυθολογίας φορούσε σκούφο για να γίνει αόρατος και να τα πολεμήσει. Στην εποχή μας τραβάμε τον σκούφο κάτω από τα μάτια για να μη βλέπουμε. Δεν επιτρέπεται να αγνοούμε τα τέρατα, ούτε εμείς ούτε το δικαστήριο».
Από εκείνο το άγριο βράδυ της 23 Δεκέμβρη του 2008, ποτέ σε καμία αίθουσα δικαστηρίου δεν βρέθηκαν οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί της επίθεσης που άφησε για πάντα ανάπηρη την Κωνσταντίνα.
Αντιθέτως, σήμερα βρίσκεται εδώ και πάλι η ίδια. Η Κούνεβα, όπως είπαν οι νομικοί της παραστάτες, ήρθε στη χώρα μας ως εργάτρια και με αυτή την ιδιότητα προσέρχεται στο δικαστήριο κι όχι ως ευρωβουλευτής, υπερασπιζόμενη το δίκαιο όλων εκείνων που εργάστηκαν σε συνθήκες όπως η ίδια.
Η Κούνεβα ζητά από το ανώτατο δικαστήριο της χώρας να αναιρέσει την απόφαση του Εφετείου που το 2016 ανέτρεψε την ιστορική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά του 2013, η οποία καταλόγισε ευθύνη (αμέλεια) στην εργοδότρια εταιρεία, καταδικάζοντάς την σε αποζημίωση για ηθική βλάβη. Αυτή είναι η τεχνική περιγραφή της αίτησης αναίρεσης.
Τι ζητάει επί της ουσίας; Να αποδεχθεί η Δικαιοσύνη ότι αυτό που της συνέβη δεν ήταν ένα… τυχαίο περιστατικό, αλλά ότι συνδέεται ευθέως με την ανυποχώρητη συνδικαλιστική της δράση.
Κι όλα αυτά ενώ αύριο εκδικάζεται αγωγή της ΟΙΚΟΜΕΤ σε βάρος της Κούνεβα για την επιστροφή του μικρού μέρους της αποζημίωσης που έλαβε από το ποσό που της είχε επιδικάσει η πρωτόδικη απόφαση.
Εργατικός ζόφος
Οι δικηγόροι της Κούνεβα -ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Αντώνης Ρουπακιώτης και ο καθηγητής Εργατικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Αρις Καζάκος, που και οι δυο προσφέρθηκαν αφιλοκερδώς γι’ αυτή την εμβληματική υπόθεση- τεκμηρίωσαν διεξοδικά ότι ο εργοδότης οφείλει να προστατεύει την υγεία του εργαζόμενου, πόσο μάλλον την ίδια τη ζωή του, και να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να αποτραπεί οποιοσδήποτε κίνδυνος.
Αντιθέτως, η Κούνεβα ζούσε υπό το «κράτος εργασιακού ζόφου», που αναβιώνει μέσα από τις αγορεύσεις: οι απειλές, οι εκβιασμοί, οι μετακινήσεις από πόστο σε πόστο, οι συνεχείς έλεγχοι του επόπτη για ασήμαντες αφορμές, οι απειλές ακόμα και μέσα στο υπουργείο Εργασίας, η αντισυγκέντρωση των φτωχών μεταναστών συναδέλφων της που την προπηλακίζουν και την κυνηγούν μέχρι την Ομόνοια.
Οπως είπε ο Αρις Καζάκος, η εταιρεία «ακολούθησε τακτική ψυχολογικού πολέμου προκειμένου η Κούνεβα να φοβηθεί και να παραιτηθεί», αφού δεν γινόταν να απολυθεί λόγω της συνδικαλιστικής της ιδιότητας.
↳ «Αναφορές μη συμμόρφωσης» που υπέβαλαν οι άνθρωποι της εργοδοσίας για την Κωνσταντίνα. Περιέχουν αμίμητες περιγραφές, όπως «Τρώει σάντουιτς εν ώρα εργασίας», «Κάθεται στην τουαλέτα επί ένα τέταρτο»… Και μία έγγραφη διαμαρτυρία της ίδιας για την αδικία που γίνεται σ’ αυτές τις αναφορές.
Οι απειλές ήταν γνωστές, αφού «η εταιρεία την παρακολουθούσε καθημερινά» και η Κούνεβα είχε μιλήσει σε συναδέλφους της, ενώ έναν μήνα πριν από την απόπειρα δολοφονίας, στις 26 Νοεμβρίου, είχε δώσει συνέντευξη στον Ζακί Ντελόρμ, έναν από τους εμπειρότερους Βέλγους δημοσιογράφους-φωτορεπόρτερ με εξειδίκευση στα κοινωνικά και εργατικά θέματα.
Στο ηχητικό ντοκουμέντο που μας έστειλε τότε ο ίδιος ο Ντελόρμ στο «Εψιλον» της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας», η Κούνεβα περιγράφει την καθημερινότητά της πριν από το χτύπημα:
«Οι συναδέλφισσές μου δεν με χαιρετάνε. Τόσο πολύ φοβούνται. Γιατί αν τους δουν μαζί μου να μιλάνε ή κάτι να πάρουν από μένα, τους διώχνουν από τη δουλειά, (…) λαμβάνω απειλητικά τηλεφωνήματα. Δέχομαι ευθείες απειλές, όχι συγκεκαλυμμένες. Τους υποψιάζομαι ότι έχουν προσπαθήσει να μεθοδεύσουν την απέλασή μου. Με έχουν πάρει τηλέφωνο, με έχουν απειλήσει ότι θα με σκοτώσουν».
Αυτό «το πυρακτωμένο κλίμα όπλισε το χέρι αυτού που της επιτέθηκε», είπε ο κ. Ρουπακιώτης. «Ο εργοδότης δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε τις απειλές, αφού ο ίδιος οργάνωσε και μεθόδευσε το πυρακτωμένο κλίμα (…) Αυτό το κλίμα έντασης είναι και η εστία επίθεσης – αρκεί και μόνο η τάση εχθρότητας για να οπλίσει το χέρι».
Η εταιρεία είχε υποχρέωση πρόνοιας για να αποφευχθεί «η μαφιόζικη για τα ελληνικά δεδομένα επίθεση σε βάρος της», σημείωσε ο κ. Καζάκος. «Αν εργαζόταν ημέρα και κοντά στο σπίτι της, όπως είχε κατ’ επανάληψη ζητήσει, το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου 2008 δεν θα δεχόταν μοιραία επίθεση».
Παρέμβαση υπέρ της αναίρεσης που έχει ασκηθεί κατά της εφετειακής απόφασης άσκησε η ΓΣΕΕ – η δικηγόρος Μαρία Λαγουβάρδου απευθυνόμενη προς την έδρα τόνισε πως «η απόφασή σας θα αποτελέσει κομβικό σημείο για την προστασία των συνδικαλιστών και όσων αγωνίζονται για τα εργασιακά δικαιώματα στο μέλλον».
«Ζω με τα προβλήματα»
«Εγώ μαθαίνω να ζω με τα προβλήματα που έχω, αλλά κανένας δεν θα μάθει να ζει με το άδικο και με τις επιθέσεις στην κοινωνία», δήλωσε η Κωνσταντίνα Κούνεβα. «Πρέπει όλοι μαζί να προσπαθήσουμε να φέρουμε ένα καλό αποτέλεσμα, να βρεθούν οι ένοχοι και να σταματήσουν οι επιθέσεις και ειδικά σε συνδικαλιστές για εργατικές αιτίες».
Ο δικηγόρος της εταιρείας, Λεωνίδας Θεοδώρου, ζήτησε την απόρριψη την αναίρεσης, ενώ θα υποβάλει υπόμνημα την προσεχή Τρίτη, όπως και οι δικηγόροι της Κούνεβα.
Η απόφαση του Β1 εργατικού τμήματος του Αρείου Πάγου, υπό την προεδρία του Χριστόφορου Κοσμίδη, αναμένεται τους επόμενους μήνες.