Τα θύματα της κρίσης δεν φοβούνται το Grexit

Λένε πως δεν φοβάται μόνο όποιος δεν έχει τίποτα να χάσει. Χτες, που η Ελλάδα κρεμόταν για άλλη μια φορά από τα χείλη των Ευρωπαίων ηγετών, υπήρχαν άνθρωποι που δεν άνοιξαν στιγμή την τηλεόρασή τους, δεν πόσταραν το παραμικρό σχόλιο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν αντάλλαξαν απόψεις με τους φίλους τους, δεν στάθηκαν στην ουρά του ΑΤΜ, δεν αγόρασαν έξτρα προμήθειες για το σπίτι.

Το πιο συνειδητό «όχι»

«Είναι σαν να βρίσκεσαι στον 19ο με κλειδωμένη την πόρτα και κάποιοι απ’ έξω να σου βάζουν φωτιά. Ή θα πνιγείς από τις αναθυμιάσεις ή θα πηδήξεις στο κενό. Αυτό ακριβώς συμβαίνει στην ελληνική οικονομία. Ξέρω πάρα πολύ καλά τι θα συμβεί αν κερδίσει το “όχι” – και θα είναι πολύ πολύ ζόρικα».

«Σήμερα τραγουδάμε. Από αύριο συνεχίζουμε»

Ανεβαίνουν προς την πλατεία Συντάγματος, ανεμίζοντας τις κόκκινες παντιέρες τους και τραγουδώντας το «Βandiera Rossa». Είναι δεκάδες, είναι εκατοντάδες, είναι χιλιάδες. Φτάνουν στην κεντρικότερη πλατεία της χώρας από κάθε κατεύθυνση: απότην Αμαλίας, από την Οθωνος, από τη Σταδίου, από την Ερμού, από τη Φιλελλήνων. Είναι νέοι, είναι ηλικιωμένοι, είναι παιδάκια. Είναι Ελληνες, είναι Γάλλοι, είναι Πορτογάλοι, είναι Ισπανοί, είναι Γάλλοι. Ενα τεράστιο χαρούμενο ποτάμι. Είναι οι νικητές. Είναι εκείνοι που είπαν «όχι».

Το υπερόπλο της αντιπολίτευσης στη μάχη του «ναι»… διχάζεται

«Καινούργιοι άνθρωποι ουδέποτε υπήρξαν.

Και αν κάποιους ονομάσαμε πρωτόπλαστους

ήταν για να μας δώσει ψήφο εμπιστοσύνης

η πλειονότης φαντασία.

Φθαρμένους πάντα μας τους έστελνε

η άγνωστη αρχή τους»

«Ξέρουμε ότι γράφουμε Ιστορία, δεν φοβόμαστε»

«Να τους πεις να μην κάνουν πίσω». «Να τους πεις να μαζέψουν τα χάλια τους και να αποσύρουν το δημοψήφισμα έστω και τώρα». Ηταν αμέτρητα τα «να τους πεις…» που έφταναν στο κινητό και το μέιλ μου το βράδυ του Σαββάτου στο θεωρείο της Βουλής για τους δημοσιογράφους. Κι ενώ εξελισσόταν μία από τις δραματικότερες συνεδριάσεις στην ιστορία του ελληνικού Κοινοβουλίου, οι πολίτες μετρούσαν με αγωνία τις ώρες μέχρι το πρωί της Δευτέρας. «Σαν να ‘ναι η μάνα σου στην εντατική και μετράς τις ανάσες που της δίνει το μηχάνημα. Κάπως έτσι περιμένουμε κι εμείς αν θα ανοίξουν οι τράπεζες», μας λέει η 38χρονη Δώρα. «Κατάντια για εμάς, κατάντια για τη χώρα και κατάντια για τους εταίρους μας που μας έφεραν σ’ αυτήν τη θέση».